iTunes Google play spotify deezer iTunes Google play spotify deezer iTunes Google play spotify deezer iTunes Google play spotify deezer

Discography

Αρσενάλι

Ο τελευταίος δίσκος των Active Member "Αρσενάλι" (simple edition, 2cd)

Artist: 
Production Label: 
Media Type: 
Published Year: 
2012

Buy this Album

Price: 
13,00 €

Tracks

CD1

1 Μπορούμε κι αλλιώς
Lyrics

Απόψε απλώθηκε στου φεγγαριού το τάσι η σπείρα μου
ταξίδι του νου οι στιγμές - ολάκερη η κλήρα μου.
Ήσυχα μίλα μου, σ' αυτά τα μέρη η οργή κι η αντάρα
δε φωνάζουν στάλα κι η μνήμη ντροπιάρα
ψάχνει πατήματα και φτιάχνει ρωτήματα
αν ξεμακρύναμε απ' τα πρώτα τα σκιρτήματα.
Όσα ο καιρός, ο άγριος φρουρός, έπνιξε μες στο μαύρο φως,
όλα τα ξέγνοιαστα και όσα κάναμε αλλιώς.
Μες στο τραγούδι μου αυτό, λιτό κι ασπούδαστο
μένει να πω για το παρόν που χάσκει ατραγούδιστο,
για όσα ξεχνιόμαστε και δεν τα μοιραζόμαστε,
για όσα προβλήματά μας ψυχοπλακωνόμαστε.
Κάποτε τα όνειρα πεθαίναν μπρος μας άνοιαστα,
με λίγη τύχη γραπώναμε όλα τ' άπιαστα.
Είχαμε όρεξη για το αύριο κι ας ήταν άδειο
με μια κουβέντα παίρναμε κουράγιο.
Νιώθαμε άξιοι κι ικανοί, γρασαρισμένη μηχανή,
ακούραστοι απ' τα δύσκολα, ζωή αγαλιανή.
Κάθε φορά στα σκοτεινά, με παρέα και νοιάξη
πριν ο φόβος αράξει, τα λόγια κάναμε πράξη.
Αλλά τώρα μαύρη η ώρα κι ο καιρός,
όλα είναι ίδια κι όμως όλα τα παίρνουμε αλλιώς.
Γι’ αυτό τραγούδια της ψυχής βγάζω απ' το αρμάρι
να τραγουδάς όταν γεμίζει το φεγγάρι.

Κάθε φορά που θα γεμίζει το φεγγάρι να θυμάσαι…
Ότι δεν είσαι πια μόνος.
Κάθε φορά που θα γέρνεις στο σκοτάδι να κοιμάσαι…
Να μη σε σκιάζει ο χρόνος.
Κάθε φορά που θα γεμίζει το φεγγάρι μη φοβάσαι…
Κάτι παραπάνω ξέρει κι ο παλιός.
Σήκωσ’ το κεφάλι ψηλά πανάθεμά σε
Εμείς μπορούμε κι αλλιώς.

Γι' αυτό σου λέω είναι βαριά η τιμωρία
να θέλει η νιότη σου να τρέξει μπροστά.
Πείσε την πρώτα ότι δε κάνει αγγαρεία
κι ύστερα τράβα απ' αυτήν χωριστά.

Τρέχα και βρες τις στιγμές που δε λύγισε ο καιρός,
έχουν κουρνιάσει στις λεύτερες ψυχές
και τραγουδούν για κείνους που όλα τα κάνανε αλλιώς,
αυτούς που δεν γονάτισαν ακόμα οι ευχές.

Γίνανε λόγια απλά κι αυτές με φαντασία
γι' αυτό περίεργα απόψε, δε στο 'πα,
δεν ικετεύουνε πια γι' αθανασία
με προσευχές και παράξενα κόλπα.

Μη ξεχνάς, όσοι χάνουν το τρόπο τους γερνούν
χωρίς να κρατήσουν ομορφιά και στιγμές.
Οι λυγισμένοι του σήμερα πάντα θα θρηνούν.
Είναι παράξενες σίγουρα οι μέρες αυτές…

Μέρες παράξενες, θαυμάσιες μέρες…
Μέρες παράξενες σίγουρα μέρες…

2 Σύντομος δρόμος
Lyrics

Έγινα πατέρας για τρίτη φορά,
τρεις μεγάλες στιγμές, τρία θαύματα
και πέρα απ' τη μεγάλη χαρά
σ' αυτά χρωστάω που σκαρώνω ακόμα πράγματα.
Το πρώτο μου ‘δωσε την πρώτη σπρωξιά
να ξεκινήσω ό,τι έχει γίνει,
το δεύτερο μαγεία μου ‘φερε για αλλαξιά
κι ήρθε να μου γυρέψει γαλήνη.
Το τρίτο μου ‘φερε αυτή τη δροσιά
του κόσμου του καινούριου που θα ‘ρθει
και μέσα απ’ της ψυχής μου τη χαλασιά
είπα να ξεταιριάξω τα λάθη.
Στην άγια μέθη μου, λοιπόν, κι ολόπυρος
με την ανάσα τη βαριά μου τη διαβατική,
ξεχωμένος σαν άνεμος καλόκαιρος
φορτώνω στίχους και μουσική.
Ο φόβος έρχεται κι άδειο με βρίσκει,
που να πατήσει; Που να χωθεί;
Με είχε αλλιώς βλέπεις, συνηθίσει,
ας βρει άλλο κουφάρι να λυτρωθεί.
Δροσιά στα χείλια μου, τώρα η φαμίλια μου
και μιας και είμαι απ’ αγάπη χορτάτος.
Ξεκινάω για τα υπόλοιπα μίλια μου,
ζωή, άφησέ με να περάσω είμαι γεμάτος.

Σου ‘δώσαν κάτι ωραίο ν’ αγαπάς
και κάτι να μισείς,
ρε, τόσα χρόνια, πάρε το χαμπάρι.
Σου ‘δείξαν δρόμο μεγάλο για να πας
κι αν δε θέλεις να το δεις τράβα γι’ αλλού
και κάνε μου τη χάρη.

Χρόνια τώρα με μισούν ή με δέχονται,
τα τραγούδια μου τρομάζουν και παρηγορούν.
Φλύαρες φήμες για πάρτη μου σέρνονται,
υπάρχω ακόμα, κάποιοι δεν το μπορούν.
Τα παιδιά μου συμμάζεψαν τον χρόνο μου,
οι μέρες πήγαιναν δίπλα μου στράφι,
αυτά μου ‘δείξαν τον σύντομο δρόμο μου
κι όσα λέει η καρδιά, το χέρι γράφει.
Έπινα το κατακάθι απ’ το ποτήρι της ζωής
μέχρι που μ’ όνειρα μου το ξεχειλίσαν,
μου ‘διώξαν τα φαντάσματα, αυτό μπορείς να το δεις,
στο χαμόγελο που μου ζωγραφίσαν.
Γι’ αυτό σου λέω, άσε με να περάσω,
δε με συγκαλύπτουν πια οι εμμονές μου.
Ας διαλέξουν εκείνα πως να γεράσω,
αφού καμώθηκαν απ’ τις ευχές μου.

3 Άλλη μια κατηφόρα
Lyrics

Μπροστά στα μάτια μου τα όμορφα δραπετεύουν,
μα δε ζυγώνουν πια στην ησυχία μου.
Αγκαθερά τα χρόνια πια, δε με χαϊδεύουν,
η κοινή λογική δεν είναι η κατοικία μου.
Όσα αφήσαμε για αργότερα μάς τρέχουν από πίσω
κι όσοι για λίγο σκιάχτηκαν σε δρόμους μεγάλους
γυροφέρναν στα εύκολα, από που ν' αρχίσω;
όσο μετράς για σένα, μετράς και για τους άλλους.
Ξεστρατημένος στη χαρά ή αφημένος στη θλίψη
έζησα για να μάθω και δεν έμαθα να ζω.
Καμιά χαμένη ευκαιρία δεν θα μου λείψει,
Όποιον αγκάλιασε η τύχη τον άφησε χαζό.
Αδιαφορώ για κάποιους, μα ανησυχώ για τους καιρούς
μα δεν ξεχνάω τις προσβολές τις ασυγχώρητες
κι ότι όση αγάπη έχω πάρει την ξόδεψα σε πονηρούς,
στιγμές, ανομολόγητες.
Παρά τα λάθια μου και το αμοίραστο κρίμα
ακόμα δε νοιάζομαι για όσα φέρνει η ώρα.
Δε προστυχεύω τη ψυχή μου για το χρήμα.
Θα προγκίξω τα πάντα, πριν τη κατηφόρα.

Ποτέ μου δε νοιαζόμουνα
για όσα φέρνει η ώρα.
Γρήγορα σιχαινόμουνα
αυτούς που ‘φέρναν δώρα.
Τα όμορφα μοιραζόμουνα
σε τούτη εδώ τη χώρα.
Πάντα όμως φοβόμουνα
άλλη μια κατηφόρα.

Κι ενώ όλα διαβαίνουν και περνούν
ο κόσμος φορτωμένος με την κακοτυχιά του
γραπώνεται απ’ τις μνήμες που θολώνουν και γερνούν
κι έτσι χάνει κι ο καλός την πονοψυχιά του.
Από λεβάντα και θυμάρι, λάσπη κι αγκάθι
η ζωή δε βγαίνει έτσι αδερφέ, ούτε ζυγιάζει.
Η πλημμυρίδα δε προλαβαίνει να σου μάθει,
μια και καλή σε πνίγει κι ησυχάζει.
Και τα όνειρα σαν δάκρυα απ’ ορθάνοιχτο μάτι
κοιτάν να αποσωθούν, απ’ την ατέλειωτη τρέλα
σαν πέτρινο, έρημο και γέρικο κρεβάτι
σε μια κρυμμένη από τον ήλιο χαμοκέλα.
Τίποτα δε μας χαρίστηκε ποτέ αδελφέ μου
ούτε έκρυβε η σπάταλη ζωή για μας τα δώρα
γι’ αυτό φοβόμουν στις απότομες τις γυρισιές μου
μην ανταμώσω άλλη μια κατηφόρα.

Ποτέ μου δε νοιαζόμουνα
για όσα φέρνει η ώρα.
Γρήγορα σιχαινόμουνα
αυτούς που ‘φέρναν δώρα.
Τα όμορφα μοιραζόμουνα
σε τούτη εδώ τη χώρα.
Πάντα όμως φοβόμουνα
άλλη μια κατηφόρα.

Άλλη μια κατηφόρα…

Πάντα ήσυχα κοιμόμουνα
σαν πέρναγε η ώρα.
Στους δυνατούς πιανόμουνα
κοίτα πως ‘γίναν τώρα.
Τον κόσμο ονειρευόμουνα
χωρίς μια ανηφόρα.
Πάντα όμως φοβόμουνα
άλλη μια κατηφόρα.

4 Παρέα και νοιάξη
Lyrics

Να γινόταν επιτέλους πράξη
ένα τραγούδι τον κόσμο ν’ αλλάξει,
ν’ απλωνότανε να τους τρομάξει
παντού σαν τη φωτιά.
Να ‘μασταν καλύτερη φτιάξη,
να ‘χαμε παρέα και νοιάξη,
ν’ αφήναμε να μας διδάξει
η ζωή σε μια νυχτιά...

Φτάνει μονάχα μια νυχτιά, πίστεψε ότι φτάνει.
Να πάρεις μπρος, να ξεθαρρέψεις και να σε γλυκάνει,
πληγές παλιές να γιάνει η αλήθεια τόσο σύντομα
να σπρώξει το μυαλό σ’ ένα ατέλειωτο ξεδίπλωμα
με θύμισες παλιές, εικόνες κι αισθήσεις
να σε ‘τραβάν απ’ το λαιμό για να μιλήσεις
και να γυρίσεις προς τα όμορφα επιτέλους το βλέμμα σου
εδώ στο τέρμα σου, μακριά απ’ το ψέμα σου.
Μάζεψε τα ξέφτια σου, λεύτεροι οι άβατοι δρόμοι,
το νυχτοπάλεμα με τη ντροπή σου αλλάζει γνώμη
κι έχεις ακόμη χάρτη με τις παλιές διαδρομές,
ό,τι σου απέμεινε καλό για τις έσχατες στιγμές.
Αυτή είναι ρωγμή, σε ξεκουνάει η οργή.
Μην πεθάνεις από δίψα μόνος δίπλα στην πηγή.
Απλωσ’ το χέρι σου μάζεψε λίγο απ’ τη δροσιά της ζωής
να θυμηθείς, να το χαρείς, να μοιραστείς
και να νοιαστείς, να λες, όσο κι αν κουραστείς,
το τραγούδι της λευτεριάς της ποθητής.
Έ τσι θα νιώσεις τη χαρά του κόσμου που έρχεται
ενώ ο παλιός μας εκεί πίσω ήδη καίγεται

Να ‘μασταν καλύτερη φτιάξη,
να ‘χαμε παρέα και νοιάξη….

Να γινόταν επιτέλους πράξη
ένα τραγούδι τον κόσμο ν’ αλλάξει,
ν’ απλωνότανε να τους τρομάξει
παντού σαν τη φωτιά.
Να ‘μασταν καλύτερη φτιάξη,
να ‘χαμε παρέα και νοιάξη,
ν’ αφήναμε να μας διδάξει
η ζωή σε μια νυχτιά...

Νιώθω σα να ‘μαι στη καλύτερη φάση
κλεισμένη εδώ μες το μικρό μου οπλοστάσι
με τη φαμίλια μου το όνειρο έγινε πράξη,
μα η ζωή διψάει κι άλλο για δράση.
Γι’ αυτό σου λέω δε φτάνει η σκέψη και το μίλημα,
κάθε πρωί ψάξε το δρόμο για τ’ αρχίνημα.
Είν’ η ψυχή μας καμωμένη από μπόρα και πίσσα
κάν’ τη βροχούλα και για τα όμορφα λύσσα
Ξέρω ιστορίες κι ονόματα γι’ ανθρώπινα σφαγάρια
κάθε βήμα τους στο δρόμο της ζωής λιθάρια
ταίριαζε να φτιάξει τ’ αύριο καλύτερο
πλασμένο μ’ όνειρο να βγει το ύστερο
του κόσμου αυτού που η ισορροπία έχει χαλάσει
ποιος ξέρει μ’ ένα τραγούδι αν θ’ αλλάξει
θέλει φωτιά κι αέρα κάτω απ’ τα φτερά το πέταγμά σου
μη βαρύνει και γεράσει η καρδιά σου
αν όμως ήμασταν καλύτερη φτιάξη
στο ηλιοπέρβολο θα στήναμε όλη μέρα γιορτάσι
κι οι δρόμοι οι άβατοι θ’ ανοίγονταν μπροστά μας γνώριμοι
για να οδηγούν στη λευτεριά μας την αγιώνυμη.

Να γινόταν επιτέλους πράξη
ένα τραγούδι τον κόσμο ν’ αλλάξει,
ν’ απλώνότανε να τους τρομάξει
παντού σαν τη φωτιά.
Να ‘μασταν καλύτερη φτιάξη,
να ‘χαμε παρέα και νοιάξη,
ν’ αφήναμε να μας διδάξει
η ζωή σε μια νυχτιά...

5 Κασκαρίκα
Lyrics

Σα μετανιώσεις για όλα σου τα μουρμουρητά
ταπεινωμένος θα γυρνάς και γεμάτος από ζήλια
κι όταν προδώσεις τον εαυτό σου στα κλεφτά
ούτε λίγο φως για ‘σένα στα προσήλια.

Hip-hop has never been bad much
they tried to kill it when they used it for status
it's still alive despite the crisis within
politician or citizen the music is king.

Φυσικά αν λες αλήθεια σου χρεώνεται μαγκιά,
όμως το hip hop είναι άλλο πράγμα μοιάζει με γκρεμοσυκιά,
αν πουλάς μούρη κι απ’ τα κλαδιά του πιαστείς
στη χαρά πάνω σε μια στιγμή θα ξεχαστείς.
Μέτρα τα λόγια μου σαν του ασώπαστου παραλογή,
σα τη γυρευτή την τρέλα, την κακόραφτη πληγή,
σαν την οργή και τη φιλιωμένη μοναξιά της,
σαν την βιασύνη και την φτηνοδιαλεξιά της.
Έζεψα, αρχή του ’90, όλες μου τις θύμισες,
την καύλα πάντρεψα με σκέψεις μουσαφίρισσες.
Κακόγλωσσο μ’ άφησαν πρόταγμα δίχως γυρισιά
ν’ αποτελειώσω τα σκυφτά πάνω στη γονατισιά.
Και να ‘μαι – και να ‘μαι – 20 χρόνια μετά
στου hip hop το βόθρο, τίγκα τα σκατά,
κι εγώ παιδεύομαι το βάθεμα να κάνω ποιήματα
και μια δεύτερη εποχή βγάζω απ’ τα ρήγματα.
Ραπάρω ακόμα όπως έκανα πριν γεννηθείτε
κι αφού με κρυφακούγατε, ίσως θυμηθείτε
ότι σας έχω χρεωμένους, στο ίδιο καζάνι χωμένους
τους σοβαρούς, τους φωνακλάδες, τους ψαγμένους.
Γελάει το low bap με του hip hop την κασκαρίκα
κι ας έχουν τίμημα όσοι τ’ αλέρωτα βρήκανε προίκα.
Ξεκινάω σα φωτιά, δεύτερο αμόλημα,
ήδη καταδικασμένος σε λιθοβόλημα.
Και σου το ξαναλέω, ξέρω ότι δίκιο έχω
τη σανίδα που σας ‘δέρναν καταβρέχω.
Εγώ πάντα σας έφτυνα, γι’ αυτό δεν αγανάκτησα.
Απόψε τιμώ το low bap και τη μνήμη μου τη γιάτρισσα.

Όταν τελειώσουν η οργή και τα ξεφωνητά,
οι στιγμές θα σου κουνάνε τα μαντήλια.
Σα μεγαλώσεις παρ’ όλα αυτά, θα με κοιτάς
απ’ της ζωής κρυφά τη γρίλια.
Σα μετανιώσεις για όλα σου τα μουρμουρητά,
ταπεινωμένος θα γυρνάς και γεμάτος από ζήλια
κι όταν προδώσεις τον εαυτό σου στα κλεφτά
ούτε λίγο φως για ‘σένα στα προσήλια.

Hip-hop has never been bad much
they tried to kill it when they used it for status
it's still alive despite the crisis within
politician or citizen the music is king.

Brighter that the light of day
and higher than a tidal wave
I write like a lion because my pride's at stake
and rap needs a pillar to climb
my synonyms are filaments that light illiterate minds.
I've been waiting on this moment
with soldiers from the homeland
like minded and focussed
and owning our opponents
archaeologist I’m digging on my roots
worldwide conglomerate the product is the proof
and to be honest he the boss and I'm the student
1000 tracks and low bap is now a movement
Athens city ever live
Acropolis or not the metropolis ever reaching to the sky.
because the only way is up when you're broken
at the bottom the hip hop I love always spoke for the forgotten…
so i remember where I came from, where I’ve been
and each December I’m repenting all my sins
it's a game and they all play to win
but we're all a bunch of jokers
It's the music that's the King
I don't loose focus when they're calling for my bones
I walk water - when I'm trekking through the snow.

Σα μετανιώσεις για όλα σου τα μουρμουρητά,
ταπεινωμένος θα γυρνάς και γεμάτος από ζήλια
κι όταν προδώσεις τον εαυτό σου στα κλεφτά
ούτε λίγο φως για ‘σένα στα προσήλια.

Hip-hop has never been bad much
they tried to kill it when they used it for status
it's still alive despite the crisis within
politician or citizen the music is king.

6 Γιορτάσια στο ηλιοπέρβολο
Lyrics

(BDF) 20 χρόνια low bap, βρε ποιος στη χάρη μου...
Ήχοι και στίχοι βγαλμένοι απ’ το αρσενάλι μου,
μιας και τ’ όνειρο είναι της ευτυχίας το ακόνι
και το βαρύ μέσα μας η υπομονή ελαφρώνει.
Όμως, καλά και σώνει, κανείς να μη γλυτώνει.
Μα έλα που ο καπετάνιος πεθαίνει στο τιμόνι.
Λοιπόν, τι σε θυμώνει; Τι σ’ απωθεί; Τι σε τρομάζει;
Μάλλον, το ατόφιο της ζωής σε σκιάζει...
Σκιά στο πλάι μου
τα τόσα λόγια απ’ όλους για την πάρτη μου.
Γι’ αυτό οι σκέψεις μου σε γέμισαν φοβέρες,
βλέπεις απο άγριους αετούς δε βγαίνουν περιστέρες.
Σ’ αυτές τις μέρες, τις τελευταίες λεύτερες,
ευτυχώς επιλογές δεν έχω δεύτερες.
Μες τ’ αρσενάλι μου
όσο μεγάλη και να ‘ναι η πλάνη μου
σαν το κύμα που λαχταρούν να δροσιστούν οι βράχοι,
σαν τ’ αλώνι που χωρίζει το σπόρο απ’ το στάχυ,
ίδια όπως τότε μάχη, στους μύθους του βάλτου,
μόνο που τώρα κι οι εχθροί είναι αντίκρυ θανάτου.

Βρε ποιος στη χάρη μου - είμαι ένας ήλιος σε καμμένο ηλιοπέρβολο
Σκιά στο πλάι μου – μού δείχνει εκεί στο κρυμμένο πια ουρανοθέμελο
Μεγάλη η πλάνη μου - πέθανε μέσα μου το παιδί ‘κείνο τ’ ανέμελο
Μα απ’ το αρσενάλι μου - αντέχω ακόμα και στήνω γιορτάσια στο ηλιοπέρβολο

(Ramon) 20 χρόνια από τη γέννα μου, παράλληλοι δρόμοι,
μη ρωτάς ποιον θυμάμαι και ποιον αντέχω να βλέπω ακόμη.
Ας όψεται του πατέρα μου η μεγάλη καρδιά
που άφησε απείραχτα στο δέντρο και τα άρρωστα κλαδιά
Μεγάλη η πλάνη μου…
κάποιοι βολεύτηκαν στον ίσκιο που έκανε η πλάτη του,
μα τώρα στα δικά μας ολοφώτεινα γιορτάσια,
χωρίς καλάθι μείνανε όσοι κλέβανε κεράσια.
Καλά κουμάσια στο βυθό της σιωπής και της θλίψης.
Μαλάκα, να ξέρεις, δε θα μου λείψεις.
Αν θέλεις χώρο, τράβα εκεί στα ντροπιασμένα,
ήρθες μετά, και να ξέρεις, θα φύγεις πριν από μενα.
20 χρόνια low bap κι όσοι μάθανε, μάθανε.
Οι κλαψομούνηδες στη μίρλα για όσα πάθανε.
Εγώ κρατάω το hip hop στου πατέρα μου τα μάτια
και του ονείρου το βάθεμα στ’ αμέτρητα κομμάτια
και στου low bap τη μάνα και καπετάνισσα,
χρωστάω που δε λύγισα, δε τη κοπάνισα.
Μπροστά στα άνισα και τώρα απ’ το ηλιοπέρβολο
ζητάει εκδίκηση το παιδί ‘κείνο το ανέμελο

Ρε, ποιος στη χάρη μου, σκιά στο πλάι μου,
μεγάλη η πλάνη μου, μα απ’ το αρσενάλι μου...
Βρε ποιος στη χάρη μου - είμαι ένας ήλιος σε καμμένο ηλιοπέρβολο
Σκιά στο πλάι μου – μού δείχνει εκεί στο κρυμμένο πια ουρανοθέμελο
Μεγάλη η πλάνη μου - πέθανε μέσα μου το παιδί ‘κείνο τ’ ανέμελο.
Μα απ’ τ’ αρσενάλι μου - αντέχω ακόμα και στήνω γιορτάσια στο ηλιοπέρβολο.

7 Στα δύσκολα μόνοι / κόκκινη ζώνη
Lyrics

Στάσου παράμερα, φτιάξου πατήθηκες,
απ’ όσα αρνήθηκες, σφυροκοπήθηκες.
Όρθιε βλακόλιθε, σακί με μπάζα,
σε ψυχοκέντησαν καλά με μυθομάζα.

Ανυποψίαστε, σταμάτα να μετράς τη ζωή με καράτια.
Κοίτα αν τολμάς απ’ ευθείας μες στου δράκου τα μάτια.

Άκου και μάθε από τη ζοφερή σιωπή του,

παιδί του να γινόσουν, ξεχωριστό παιδί του.

Να καταλάβαινες πως εδώ μας πετάξαν,

μας απολύμαναν πολιτικά και μας τάξαν

παραδεισένια ησυχία, κολασμένη αφθονία,

τραπέζια πλούσια, παιχνίδια, βιβλία, θρανία,

ζωή τολμήσαν και μας τάξαν οι δειλοί ζωή,

σα μια ατέλειωτη του ονειροχρόνου γιορτή.

Κι ούτε ρωτάς γιατί
ακυρωμένη συνείδηση, καμένο χαρτί.
Όσο κι αν το εύχεσαι, δε θα σε προσπεράσω,
στα μάτια σου ξανά τα ολόξενα θα συνταιριάσω.
Μη νοιαστείς και θυμηθείς τα κοντινά γεννήματά μας

Μη θαρρέψεις και πεις τα ονόματά μας.

Δε σου κακιώνω, σε μένα πιο πολύ θυμώνω

που τόσα χρόνια μυριάδες λέξεις μπροστά μας απλώνω
απ’ τα ‘σώψυχά μου μέσα μα κανείς δε γλυτώνει,

απ’ αυτούς που γεννηθήκαμε στη κόκκινη ζώνη.

Στέκομαι και κοιτάω αποκομμένος.

Το χρυσωπό όνειρο τους τελειώνει.

Φλέγομαι κι εσύ φοβισμένος
παρακαλάς να μη μείνουμε μόνοι.

Σε δέχομαι, μα εσύ κυρτωμένος,

τόσο λιγόλογος που δε βλέπω σκόνη,

παραμερίζεις και ξεχνάς ο καημένος

πως γεννηθήκαμε στην κόκκινη ζώνη

Πάντα στα δύσκολα ήμασταν μόνοι
μας θυμούνται μόνο όταν ζορίσουν οι καιροί
κάθε στίχος μου τελευταία μου θυμώνει
όταν τον κάνουνε μοτό και τσιτάτο οι αποσκεροί
σε ικετεύω μη τους δίνεις απ’ τα όμορφα ούτε στάλα
έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν το εκτιμάει κανείς τους
αρνήσου βοήθεια από κάθε κουφάλα
όλοι στα δύσκολα κοιτάν το μαγαζί τους
τους αριστερούς τους έπιασε η κάψα τώρα
που φτάσανε οι καραφλοί δίπλα στο κώλο τους
μα τα φίδια που σέρνονται σ’ αυτή τη χώρα
γεννηθήκαν πιστεύω από τον κόρφο τους.
Μη ψαρώνεις αδερφέ με τις ανοιχτές αγκάλες
Κάποιους με τους φασίστες στην ίδια μοίρα τους έχω
Τις ίδιες για μας ονειρεύονται κρεμάλες
Απ’ της ντροπής την επανάσταση απέχω.

Πάντα στα δύσκολα ήμασταν μόνοι
Μόνοι θα το πάμε όσο βαστάμε
Το όνειρό μας εμάς δε τελειώνει
Σε κανένα πούστη απ’ αυτούς δε χρωστάμε.
Πάντα στα δύσκολα ήμασταν μόνοι,
μόνοι θα το πάμε και θα τραγουδάμε,
για όσους τυχαία βρέθηκαν στη κόκκινη ζώνη
αυτούς νοιαζόμαστε, σ' αυτούς χρωστάμε.

8 Λίγο αν αντέχεις, θυμήσου
Lyrics

Σήμερα τις συμβουλές κηρύσσω απρόσβλητες,
γιατί ένα πλέγμα φωτεινό την τρέλα μου κυκλώνει.
Δικαιολογίες, δεν ξεθάβω ανόητες,
γιατί άλλο ζω σαν αετός κι άλλο κάνω το παγώνι.

Να και κάτι που μαθαίνεις με τα χρόνια,
Ότι είναι πιο όμορφο, το μισάνοιχτο λουλούδι.
Αφού το παραγνώρισμα γεννάει την περιφρόνια
και τότε δε μας σώζει κανένα μας τραγούδι.

Κακιά κουβέντα πες, λοιπόν, και την μπουκιά σου φτύσε.
Έτσι που κατάντησες, θα σου το πάω πιο πέρα.
Πες μου που ξοδεύεσαι, να σου πω ποιός είσαι
και να, γιατί ο ήλιος, σου ‘κοψε την καλημέρα.

Όμως δεν με προσβάλεις, όσο η ματιά μου δε σε πιάνει.
Είσαι τόσο απερίγραπτος, γι’ αυτό και το τρενάρω.
Όνειρα σε αφασία και στο τίποτα σεργιάνι.
Για σένα, άλογο σέρνει άμαξα, άλογο σέρνει κάρο.

Είσαι σαν χρυσό δαχτυλίδι σε μουσούδα γουρουνιού
κι η υποταγή σου σκέτη «εποποιία».
Περιμένεις κρατώντας την άκρη κομμένου σκοινιού,
είσαι θεματοφύλακας σε μια μπουρδολογία.
Αργόσυρτο μουρμουρητό πριν το θυσιαστήριο.
Κούκλα γυμνή, στην άδεια βιτρίνα της εποχής σου.
Ένα χρυσό μεταλλίκι αμοιβή για το μαρτύριο
και για πάντα θα θυμούνται τη σιωπή σου.

Έζησες να μάθεις και δεν έμαθες να ζεις.
Λίγο αν αντέχεις θυμήσου
Κούκλα στην άδεια βιτρίνα αυτής της εποχής
που για πάντα θα θυμούνται τη σιωπή σου.

Είναι πιο όμορφο σου λέω το μισάνοιχτο λουλούδι.
Λίγο αν αντέχεις θυμήσου
Δεν μας σώζει κανένα μας τραγούδι.
Πάρε μια ανάσα και τα εύκολα αρνήσου.

9 Σκυλογιοί (new plus version)
Lyrics

Λέω να τη χωθώ ασυμμάζευτος, απόψε το βράδυ
σε φωτισμένα παραθύρια που κρύβουν το πιο πολύ σκοτάδι·
στα αποκούμπια της μιζέριας, στις παραδομένες σκέψεις
και στ’ ακαθόριστα με βλέψεις·
στα ευκολομάσητα, στα κουρελοδουλέματα
γαμώντας την αλήθεια τους, γαμώντας και τα ψέματα,
εκδίκηση ζητώντας για τις φωνές τις τσακισμένες
για όλες αυτές τις ομορφιές τις στοιβαγμένες.
Κι ας μου χρεώσουν κι αλλά αλήτικα φερσίματα
οι αλαφροΐσκιωτοι με τα πικροπατήματα.
Θα μπω, λοιπόν, να ψαχουλέψω στα χωράφια τους,
θα ξεράσω στα αρχεία και στα ράφια τους,
μηνύματα θα αφήσω στους τοίχους με το αίμα μου
και για να μάθουν την αρχή θα δω το τέρμα μου.
θα τους ποτίσω δηλητήριο απ’ τη σοδειά τους
θα κόψω πρώτα το κεφάλι απ’ τη σκιά τους
χίλια κομμάτια θα κάνω τα λόγια τους τα πετρωμένα
και θ’ ανοίξω κάποια στόματα φραγμένα.
Βροχή από σύννεφα θα γίνω σκουριασμένα
για να χαρούν χιλιάδες μάτια αδερφωμένα.

Και πως θα γίνουν όλα αυτά ρωτάς και σκιάζεσαι
κι αν δεν γλιτώσεις, μου λες - τάχα νοιάζεσαι.
Μη σκας - απλά τραβήξου απ’ τη πηγή.
Εκεί ακόμα ξεδιψάνε οι σκυλογιοί.

Ό,τι έχω μέσα μου, δεν είναι μίσος για τις κουφάλες
είναι το δίκιο μου το ηλιόχαρο που δε κουρνιάζει σε αγκάλες.
Είναι η μαγεία που ανταμώνω στην αμιλησιά μου
και με σέρνει πιο κοντά στα συγκαλά μου.
Έτσι μπορώ και με θυμάμαι και όλα τα ζυγιάζω
και νιώθω έτοιμος, όταν κι εμένα τρομάζω.
Πίσω στο θέμα μας έχουνε μείνει λίγοι στίχοι
και δε γουστάρω να τα αφήνω όλα στην τύχη.
Θα με οδηγήσουν, λοιπόν, σπεκουλαδόροι κι άνοιαστοι δούλοι
εκεί που χώνεται η ξεφτίλα ως το μεδούλι.
Κι ας βρεθώ μια δρασκελιά απ’ το τίποτα θ’ αντέξω·
χειρότερα απ’ τα χθες δε γίνεται να μπλέξω.
Νους ξεθολωμένος σε πόρτες φραγμένες,
μουλαρίσιο πείσμα αντίκρυ σε ντροπές γαντζωμένες
φτάνει μια φτυσιά μπαρούτι σ’ όλα τα δειλοστραμμένα
και ξεμυτίζουν - τα καταχωνιασμένα.

Και πως θα γίνουν όλα αυτά - ρωτάς και σκιάζεσαι
κι αν δεν γλιτώσεις, μου λες - τάχα νοιάζεσαι.
Μη σκας - απλά τραβήξου απ’ τη πηγή,
εκεί ακόμα ξεδιψάνε οι σκυλογιοί.
Γεμίσαμε φιλάνθρωπους τώρα στη φτώχεια και στην πείνα,
ουρές μεγάλες στα συσσίτια στην Αθήνα.
Ξαμολημένα τα σκυλιά του έθνους εξαγοράζουν,
ντύνουν, ταΐζουν και συνάμα τρομάζουν.
Η αλληλεγγύη έπιασε γκόμενο το φόβο τους
- είδες; - μοιράζουν τις πατάτες μαζί με τις πατρίδες.
Κι εσύ, απελπισμένε, μασάς στο ύστερο του τρόμου,
τους χαρίζεις το βασίλειο του δρόμου.
Λαός λερός και στα βάσανα ακόμα πιο λερός,
πόσο θα ‘θελα να μην ήσουν μισερός.
Να προτιμάς καρφωμένο πισώπλατα μαχαίρι
παρά ένα πιάτο φαγητό από ενός φασίστα το χέρι.
Κλέψε από τους κλέφτες, είναι πιο τίμιο, αδερφέ μου,
ξέρνα το μίσος που σε μπολιάσαν, καημέ μου.
Ξενιστές είναι χωμένοι στο πλήθος
σ’ ονειρεύονται με κίτρινο αστέρι αριστερά στο στήθος.
Το τελευταίο τους χαρτί είναι η πείνα κι οι ναζί
για να σε πείσουν στην ανάγκη να διαλέξεις μαγαζί.
Όλα τα καθάρματα το στήσανε μαζί, μα αργεί
ακόμα η ώρα για να χαρούν οι σκυλογιοί.

Και πως θα γίνουν όλα αυτά - ρωτάς και σκιάζεσαι
κι αν δεν γλιτώσεις, μου λες, τάχα μου νοιάζεσαι.
Μη σκας - απλά τραβήξου απ’ τη πηγή,
εκεί ακόμα ξεδιψάνε οι σκυλογιοί.

10 Ξύπνημα (Brak remix)
Lyrics

Γίνεται λόγος πολύς γι’ αυτή την κρίση,
τους πιο πολλούς μας έχει ήδη γονατίσει
μα στα κανάλια ευτυχώς λένε οι μετρήσεις
ότι μας μείνανε δυο χρόνια ακόμα κρίσης.
Και κάπου εκεί θα έρθει η ώρα να ξυπνήσουμε,
να τεντωθούμε απ’ τον ύπνο το μεγάλο
και για να δούμε τότε τι θα καζαντίσουμε
ή από τον πάτο θα μας στείλουν και στο διάολο.
Όταν σωπάσαν οι καιροί κι ο τρόμος κατακάθισε
σβηστό το φως στους προβολείς, θα καταλάγιασε.
Κι όταν η κρίση βάρυνε κι έβγαλε τη μασέλα
κόλλησε και έλιωσε αργά ληγμένη καραμέλα.
Τότε ξυπνήσαμε, ψάχναμε αν κάτι πάνω μας λείπει
και κρατηθήκαν με τα νύχια οι τόνοι ήπιοι.
Τα δόντια τρίζαμε βαριές μη μας ξεφύγουν οι λέξεις
μην τύχει αδέρφια και μας έρθουν πάλι ορέξεις.
Ήμασταν λέει σακατεμένοι στάση αλλόκοτη,
χίλια κομμάτια και η μνήμη μας η απόκοτη
μέσα στην κούρνια της είχε λουφάξει με ποινή ισόβια,
έπαιζε ζάρια και απ’ την γκίνια έφερνε ασσόδυα.
Αλλά ευτυχώς γιατί χωρίς θυμητικό εμείς μια απ’ τα ίδια.
μας βρήκε ο ξύπνιος μας σ’ ένα σωρό σκουπίδια.
Αλλού τα χέρια, αλλού τα πόδια σαν πατημένη ακρίδα,
άλλοι με στόματα ανοιχτά να στάζει το αίμα ελπίδα.
Κάποιοι με τις γροθιές ψηλά σφιγμένες πάλι
να τρίβουνε τα μάτια τους να ξύνουν το κεφάλι
κι άλλοι με τη σιωπή των άφωνων την συναινετική
να χασμουριούνται γι’ άλλοθι - τι κρίση ήταν κι αυτή.
Greece in a Crisis
daughter in the storm
drive without a licence
pray to see the dawn

Athena is her mother's only hope
working every moment just to
turn broken into broke

Lost at the the bottom she wanted to be the modern
lotto tickets/ path trodden/ hot on the heels of the belonging
along the way she had forgotten what she wanted…

dances exotic
orthodox girl - exotic to erotic.
life a mess - jackson pollock
tied to stress, panadol
it's at least three chronics between scotches – and alcoholic
at least three minutes between college and sodomy
her body probably made of ancient pottery and honesty I
saw her eyes spark like shards of the gods
broken heart - curves air-brushed by winds of the north

her tongue and lungs hungry for love & money for drugs - punished doesn't have the money to pay off monetary funds.

pretty as a picture
womb bought by China
Germans get the ticker
Asia gets to mine her

she fell as asleep while she was dreaming of designer
Athena is in crisis and I will stand beside her

Κάναμε πρόβα για καιρό αυτό το ξύπνημα απ’ την κρίση,
όταν κρυφά ξεπέφταμε σε λάθρο αλισβερίσι,
όταν ταιριάζαμε τ’ αταίριαστα με τα ύποπτα,
ψιθυριστά συλλαβίζαμε τ’ ανείπωτα.
Να μην ακούσουν όσοι κάνανε τα ίδια
κι αφήναμε την τόλμη μας κομμένα ροκανίδια.
Ενώ απ’ την άλλη, έτσι απλά για ψύλλου πήδημα,
στο στόμα πιάναμε χωρίς ντροπή το κίνημα
κι ήταν το σύνθημα έτσι μ’ έμφαση δοσμένο
που πωρωνόμασταν αψήφιστα κόντρα στο πεπρωμένο.
Κρατούσαμε στα χέρια κόκκαλα από νεκρούς
κι οι προβολείς τα κάνανε σύμβολα και θεούς.
Τώρα λοιπόν που ήρθε το ξύπνημα απ’ την κρίση,
ξεπλύναμε απ’ τα μούτρα μας όνειρα, ψέμα, μίση
και βολευτήκαμε όπως - όπως στο σωρό να φάμε,
στον οχετό, στο τίποτα και κάπου αλλού να πάμε.
Στοιβάξαμε τα κόκκαλα απ’ τους νεκρούς στ’ αρχείο
κι ενώ παλεύει η πείρα μας για το στερνό αντίο,
Λέγαμε μπουκάρωντας στη νέα εποχή:
«Μια κρίση ήταν, πέρασε, μάς τέλειωσε κι αυτή».
Greece in a Crisis
daughter in the storm
drive without a licence
pray to see the dawn

Athena is her mother's only hope
working every moment just to
turn broken into broke

CD2

1 Μη μ' αφήνεις
Lyrics

«...Το πρόσωπό του εκείνο το γιωμένο

που της καρδιάς του δείχνει τη σκουριά

το γέλιο το κρυφό και λυσσιασμένο

που η δυστυχία των άλλων τού γεννά.


Το φθονερό του μάτι το σβησμένο

που δείχνει βουλιμιά για συμφορά

μας εξηγούν γιατ' είναι διψασμένο

τ' αχείλι του και πόλεμο ζητά.


Διψάει να ιδή στα μαύρα φορεμένους

πατέρες και μανάδες που μισεί,

να τους ιδή στα δάκρυα τους πνιγμένους
θάναι δροσιά στην έρμη του ψυχή.

Για τούτο
υπέρ Πατρίδος σκούζει, κράζει

Όρνιο,
που για κουφάρια αναστενάζει!»

Με λίγα λόγια, κόψε φάτσα και βγάλε συμπέρασμα,
απόψε θρηνώ όσα χρόνια αγαπάω.
Εδώ χτυπήσανε πρόσφυγες στο Πέραμα,
στους τάφους των δικών μου ντρέπομαι να πάω.
Πως γίναμε έτσι, λασπερά ποντικοσώματα,
και ποια κατάρα δίπλα μας φωνάζουμε να 'ρθει;
Τα κατουρήματα του χρόνου σ' αυτά τα χώματα
κάναν τη μυρωδιά μας για πάντα να χαθεί.
Ποια λύσσα κακιά και ποια της πείνας αφορμή,
κάνει τ' αλάνια τα παλιά, ανθρωπόμορφα κτήνη.
Πως ξεχαστήκαν της προσφυγιάς μας οι λυγμοί;
Τι άλλο ακόμα μπορεί να γίνει;
Εδώ ήτανε το απάγκιο μας, κάναμε όλοι υπομονή.
Είχαμε ταιριάξει τις παραξενιές μας.
Ήτανε το απάγκιο μας, κάναμε υπομονή.
Τα δίναμε όλα απλόχερα και τις ευχές μας.
Ξεχάσαμε, όμως τα παιδιά μας, και πάνω στην ανησυχιά τους,
ήρθε μια πρόταση, μια μαύρη αφήγηση.
Τρύπησε στο μυαλό τους, έσφιξε τα κορμιά τους
και τους πότισε με μίσος κι εκδίκηση.
Κι άντε μάζεψέ τα κι άλλαξε τα γούστα τους.
Έχουνε δήθεν αντρέψει, βιώσαν το μαρκάρισμα.
Μη τυχόν και γινήτε σα τα μούτρα τους,
το παραμύθι αυτό δεν τελειώνει με λυντσάρισμα.
Ψάχτε τον τρόπο 'κείνο τον μαγικό της ζωής
μέσα απ' τα σχολειά και τα σαλόνια σας.
Να τους μάθετε ποιος είναι ο τόπος της φυγής,
αλλιώς πάνω στους τάφους σας θα κρεμάνε τα εγγόνια σας.

Μη μ’ αφήνεις.
Κοίτα εκεί έξω, γεμίσαν οι δρόμοι με φωτιές.
Ξανασμίξαν η οργή κι οι φόβοι σαν κι εχτές.
Μη μ’ αφήνεις
Μη μ’ αφήνεις...
Πρώτη φορά σε ικετεύω και μένα λίγο να σκεφτείς.
Είμαι το αλλιώτικο που ψάχνει εκεί έξω ο θηρευτής.
Μη μ’ αφήνεις...
Μη μ’ αφήνεις...
Κοίτα εκεί έξω, γεμίσαν οι δρόμοι με φωτιές.
Ξανασμίξαν η οργή κι οι φόβοι σαν κι εχτές.

2 Λαός λερός και στα βάσανα λερός
Lyrics

Κάποτε, δίπλα στο σκοτάδι ενός μοιρολογιού
μοιράστηκε μαζί μου ο κύρης του φευγιού
ότι φτάνει ένας προφήτης, κόλακας και χαμερπής
που θ’ αναγγείλει τον καιρό της σιωπής.

Πλάι του λέει, θα στέκουν πανικοί στοιχειωμένοι
και την αλήθεια θα ψιθυρίζουν μόνο οι κρυμμένοι.
Το χτες θ' απογίνει μια θλιμμένη ιστόρηση
κι οι μελανοί ουρανοί θ' απαιτούν συγχώρεση.

Υπάρχει, όμως, ρωγμή για τα βουνά τα μυρωμένα,
εκεί που τα ανερμήνευτα στέκουν λησμονημένα.
Για μένα είπε: δεν αποκάμαν τα όμορφα ακόμα.
Ακούω τ' άνθη να βλασταίνουν κάτω από το χώμα.

Πρόσεχε, λοιπόν, όσους τον ήλιο ψαλιδίζουν,
είναι πιο βουβοί απ' τους νεκρούς και το γνωρίζουν.
Ξεμασκαρέψανε, φανήκαν κόσμοι μακρινοί
κι εκεί, πανάκριβη η στιγμή και η ζωή φτηνή.

Στο πρώτο φέγγος, λοιπόν, του μαύρου πρωινού,
πάνω στον αναπαμό ενός φόβου αλλοτινού,
όταν θ' ακούσεις πνιχτό καμπάνισμα απ' την πόλη
Είναι που θα 'χουν μοιραστεί οι νέοι ρόλοι.
Και τα φιδογεννήματα σε λόχους ιερούς
την καμωμένη αποσιωπή θα σκορπίζουν στους εχθρούς
και μόνο κάποιοι σ' αυτή την πλέρια λησμονιά,
άφθαρτοι, θα δείξουν νοιάξη και σπλαχνιά.

Κλωσήσατε τα φιδοαυγά στην τρύπα μόνοι
και να που απάντησε ο καιρός.
Από την τέφρα του χτες φυλάτε σκόνη.
Λαός λερός και στα βάσανα λερός.

Με βρήκες κύρη, απόψε, σχεδόν να θρηνολογώ.
Έπινα τις σκέψεις μου κι είχα μεθύσι αργό
Κι ήρθες, του ήλιου μου το φως να με πείσεις να ξοδέψω,
Και το σάλιο του δράκου να βρω και να σμιλέψω.

Για ποιον να σπαταλήσω αφοβισιά;
Για το αγελαίο πλήθος που χρόνια ζει όλο ξιπασιά;
Ούτε φτυσιά. Είμαι ανάξιος των ευχών τους.
Άσ' τους εκεί, στην εξορία των πράξεων τους.

Νους λερός, ακόμα και στα βάσανα λερός.
Από άφλογο κερί, γιατί γυρεύεις φως
Εξάλλου το μίσος μού προκάλεσε αμνησία.
Ξέχασα τι σημαίνουν, σφαχτάρι και θυσία.

Αυτοί με είχαν βαφτίσει ζοφερό μηνυματία.
Με χρέωναν μιζέρια, ταραχή και αλητεία.
Τώρα, στις φιδογέννες, σε στείλανε στου «μόνου»
για να τον πείσεις να συρθεί στην αγκαλιά του χρόνου.
Πες τους, λοιπόν, ο ήρωας απ' το έργο αυτό θα λείψει,
ολόγυρα του ακόμα βαριανασαίνει η θλίψη.
Τρελή απάντηση σου δίνει ο τρελός
κι αφού αρνιέται κι ο ουρανός να μοιράσει το φως.

Πες στους παλιούς σιχαμερούς ψιθυριστές
ότι μόνοι τώρα, θρηνούνε για το χθες
κι ότι παρ' όλο που γέρασα σε πόλεμο άνισο,
κανείς που εκτιμώ δεν πήγε στον παράδεισο.

Κλωσήσατε τα φιδοαυγά στην τρύπα μόνοι
και να που απάντησε ο καιρός.
Από την τέφρα του χτες φυλάτε σκόνη.
Λαός λερός και στα βάσανα λερός.

Λοιπόν, συντρόφοι και ψιθυριστές,
τσάμπα στείλατε τον κύρη του φευγιού.
Γιατί όσες μάς κλέψατε στιγμές
γίναν μελωδίες θρηνητικές μοιρολογιού.

3 Μείνε εκεί (11 χρόνια μετά)
Lyrics

ACTIVE MEMBER - "Μείνε εκεί" (11 χρόνια μετά)
Παραγωγή, στίχους και παρουσίαση: B.D.Foxmoor
κιθάρες, μπάσο: Jamoan
studio: Πέρασμα
ηχοληψία: B.D.Foxmoor

Τι κανείς, ρε όλα σε θέλουν κοντά τους
κι εσύ τρως απ' το περίσσεμά τους.
Κυνηγάς το σκοτάδι σε απάτητες στοές
και σε αδύναμες φωτιές τραβάς και καις στιγμές.
Πήρες ξοπίσω της σιωπής τη λιτανεία και πας,
δειλιάζεις να ζεις και ν' αγαπάς.
Λιγοστεύεις τα πανέμορφα και τα μεγάλα,
κάνεις κουμάντο και διατάζεις με λάθος σινιάλα.
Στραβά αρμενίζεις σε στραβό γιαλό,
ρίχνεις άγκυρα εκεί, μα έχεις φουρτούνα στο μυαλό,
ακολουθάς αερικό κυνηγημένο, φοβισμένο,
ακούς τη μοίρα σου που σ' έχει μοσχαναθρεμμένο,
αυτή που σε βυζαίνει ακόμα και σ' αλλάζει τις πάνες
και σε κρατάει στις σφιχτές της δαγκάνες,
σε ντύνει ήλιο και σε βάζει σε καινούρια τροχιά,
σε χτενίζει και σε πλένει με φαρμάκι από οχιά,
σε λιγοστεύει μέσα σ' όλα τα λίγα.
Πετάς παντού τ' αγγίζεις όλα όπως κάνει μια μύγα,
μα το δικό σου φοβάται, δε στο δείχνει,
μόνο όσοι ξέρουν περπατάνε σε κρυμμένα ίχνη,
μα λιγοστεύουν κι αυτοί - εκεί η ζωή δεν ανασαίνει,
αλλά γεννάει κι ό,τι γερνάει το πεθαίνει.
Γι' αυτό όσα φεύγουν, μου λείπουν πιο λίγο
κι αν λιγόστεψα σειρά μου να φύγω.
Θα 'θελα να 'χα κουράγιο να δω αυτούς που γεννιούνται,
να κλάψω δίπλα σ' αυτούς που ξεχνιούνται,
να πάω στα μέρη αυτά που δε πήγα.
εκτός κι αν μέσα μου είναι όλα πιο λίγα.
Λιγοστεύουν στη ζωή όλα
πουλάει τα πάντα για τ’ αύριο το τώρα.
Λιγοστεύουν στο όνειρο όλα
και στη ψυχή μας το μπάλωμα φαίνεται.
Λιγοστεύουν στην αγάπη όλα,
γίναμε φυτά σαρκοβόρα,
λιγοστεύουν στο θάνατο όλα,
μείνε εκεί, αδερφέ μου αγέννητε.
Μείνε εκεί - εδώ ζει το λιγόψυχο,
δε μυρίζει τώρα πια ούτε τ' απόβροχο,
τα νιάτα ξεπουλάνε τη φρεσκάδα στοιβαγμένα,
γεννιούνται με κακό χρεωμένα.
Άκου με μένα, νιώθω ένα όμορφο ρίγος,
σ' ένα άσχημο κουφάρι ζω και δείχνω λίγος.
Δεν είμαι το άτρωτο ούτε έξυπνος περνιέμαι,
μα έχω κάτι περίσσιο να καυχιέμαι.
Κι ας μοιάζει στάλα σε πελώρια γυάλα,
και πλατύσκαλο σ' ατέλειωτη σκάλα,
απλά όλα τ' άλλα ‘χάσαν το νόημα την ομορφιά τους,
χαίρομαι χρόνε που δε μ' έστησες κοντά τους.
Απλά η σκιά τους που και που με τυλίγει,
τίποτα μεγάλο δε με πνίγει.
Χρόνια τώρα ψυχή και γλώσσα ακονίζω
και το λίγο μονάχος μου τ' ορίζω.
Λιγοστεύουν στη ζωή όλα
πουλάει τα πάντα για τ’ αύριο το τώρα.
Λιγοστεύουν στο όνειρο όλα
και στη ψυχή μας το μπάλωμα φαίνεται.
Λιγοστεύουν στην αγάπη όλα,
γίναμε φυτά σαρκοβόρα,
λιγοστεύουν στο θάνατο όλα,
μείνε εκεί, αδερφέ μου αγέννητε.
Γέννημα του χειμώνα βγαλμένο από τα βάθια μου,
σε σκορπάει η φωνή μου, δε σ’ αντέχουνε τα μάτια μου.
Στα κλειστά μπουμπούκια γίνε απόψε κάλεσμα
παραβατικό σαν την πρώτη φλόγα πίσω από το χάλασμα.
Μέχρι χθες μου έλειπε το κουράγιο, δε μιλούσα,
τους πόνους μου ήσυχα στον ύπνο οδηγούσα,
τώρα σ’ αφήνω το τελευταίο όνειρό μου μπερδεμένο
κι έναν μπούσουλα που είχα καταχωνιασμένο,
ξεστρατισμένο, από το μίσος αποστεγνωμένο,
σαν τον τρόπο τον θαυμαστό τον ξεχασμένο,
τυλιγμένος από φθόνο, χορτάτος από χρόνο,
ευτυχισμένος απ’ αυτά που σκαρώνω.
Μια αμοίραστη ευχή μου αφήνω σε φόντο ζοφερό
και τη δένω πάνω στον καιρό,
μιας και στη ψυχή μας το μπάλωμα φαίνεται,
μείνε εκεί, αδερφέ μου, αγέννητε.

4 Τόπος ασύνορος
Lyrics

Η πατρίδα μου, είναι ένας τόπος ασύνορος.
Μια μικρή ωδή στην απεραντοσύνη.
Ο πατέρας μου στους ατάραχους αιώνες, ανήφορος,
κράμα γλυκερό από ευτυχία κι οδύνη.

Η μάνα μου, ρομάντζο στη γεμοφεγγαριά,
με πράσινο στα μάτια σα το νεφρίτη.
Η γιαγιά μου, καρφωμένη με δάκρυα ιτιά,
ρόδινο σύννεφο, μικρό, φιλόξενο σπίτι.

Η γυναίκα μου, σεντούκι αγάπης και χρόνου,
στις φλεγόμενες ώρες μονάκριβο ταίρι.
Τα παιδιά μου, βοτάνια για την θλίψη του μόνου,
ατόφιες ευχές απ' τα ιδωμένα μέρη.

Οι φίλοι μου, κλεισμένοι σε σφαλιστές ζωές,
νεοπροσήλυτοι σε ξένα νιτερέσα.
Οι εχθροί μου, ξεφωνητά και προστυχιές,
σφηκοφωλιές και χέσε μέσα.

Κλινάρι μου η μουσική κι οι στίχοι μου καλύβι,
με κρατάν λησμονημένο στους χειμώνες μου.
Στο αρσενάλι μου έχω φρεσκολιωμένο μολύβι,
περιμένω και βυθίζω τις ώρες μου.

Το περιβάλλον μου, μαύρη αφήγηση.
Πάθη μου, η βροχή, η ομίχλη κι η σελήνη.
Με κυνηγάει κουτσαίνοντας η εκδίκηση,
να μου προσφέρει την γλυκιά της δίνη.

Οι γειτόνοι μου, αιχμάλωτοι απ' τη φρίκη,
τα κακοφορμισμένα φροντίζουν λάθη.
Άλλοι, ικετεύουν για μια μονάχα νίκη,
στα χερσοτόπια, όμως, καμιά ανάσταση δε φτάνει.

Των παιδιών η άδεια τσέπη μοσχοβολάει όνειρα,
των γονιών τους, όμως, μούχλα βρωμάει.
Η μιζέρια τους έχει δεμένους ολόγυρα,
μόνιμη σκιά που αγκομαχάει.

Κι όσοι κατάμουτρα το γνώριμο φτύσανε
και δε δειλιάσαν ποτέ στο πιθανό,
δεν θα μάθουν ποτέ ότι νικήσανε
κι ότι για 'κείνους κάποιος από απέναντι άναψε φανό.

Είδες, η πατρίδα μου, τόπος είναι ασύνορος.
Κανένας δεν γνωρίζει που τελειώνει.
Στο τίποτα μπροστά στέκομαι ανήμπορος.
Τι να 'ναι τότε αυτό που με κυκλώνει;

5 Καλά κρασιά (11 χρόνια μετά)
Lyrics

Καλά κρασιά, μόνοι και καλοί μου γειτόνοι.
Το κακό ζυμώνεται, παλιώνει
στου μυαλού μας το ξέχειλο μικρό βαρέλι
ρίξαν μαγιά δαιμόνια κι αγγέλοι.
Eίχανε τρύγο και μαζεύαν με γέλια
σάπια τσαμπιά από της μνήμης τ' αμπέλια
από γνωστή κόκκινη παλιά ποικιλία
που έχει στραγγίξει του μίσους η αιώνια αντλία.
Εδώ στα μέρη αυτά πολλών ήπιαμε λάθη,
από σκάρτα βαρέλια στυφό κατακάθι,
με το ζόρι βαρύ και γρήγορο μεθύσι
που έχουμε όλοι γλεντήσει και έχουμε όλοι πενθήσει.
Κάθε τσαμπί που κρεμότανε κοντά στο χώμα
από τσιμπήματα φιδιών άλλαζε χρώμα
και πότιζε φαρμάκι ως της ρίζας την άκρη,
κάθε ρόγα από τσαμπί πικρό γινότανε δάκρυ
για να θυμίζει πως κάτω απ' το λιοπύρι
στης ιστορίας το μεγάλο βρώμικο πατητήρι
αν δεν πατήσεις με τα πόδια σου καλά,
άδικος κόπος, τα κρασιά θα βγουν θολά.
Γι' αυτό καλοί μου και μόνοι γειτόνοι,
όποιος το στόμα βουλώνει, μάλλον ποτέ δε γλιτώνει,
βρίσκει το φίδι τη σκιά του για δροσιά
κι εκεί γεννάει - καλά κρασιά…
Γεννάει το φίδι αυγά ακόμα.
Γελάει που σε βρήκε λιώμα
κι έχει τη σκιά σου για δροσιά.
Γυρνάει, ξεθάβει το αίμα από το χώμα,
σου ράβει το μουδιασμένο στόμα
κι αν κλείσεις και τ' αυτιά, καλά κρασιά.
Πάνω, λοιπόν, στην ατέλειωτη έκστασή σου,
σε πιάνει, γείτονα, η αρχέγονη έπαρσή σου.
Σκάβεις το χώμα να βγάλεις λίγο αίμα,
μα το ήπιε η γη και σου 'φτυσε το ψέμα.
Ζήσε μ' αυτό, γείτονα μου, φωνακλά,
κι αφού δειλιάζεις, χειρίσου το αν μπορείς καλά.
Μείνε μόνος σου στης λήθης σου το δώμα,
στάξε φαρμάκι πάνω στο μουδιασμένο σου στόμα,
κλέβε τσαμπιά από του χρόνου το κοφίνι -
το φίδι κλείνει τα μάτια για σένα και σ' αφήνει
να κλαδεύεις τη ζωή σου με μανία
και να υπάρχεις μες στη δικιά σου τυραννία.
Υποχρέωση βγάλε για τα καμώματά του,
κάτσε και κλώσησε τ' αυγά του,
δώσε τιμή, δώσε κι αξία,
γίνε θεός μ' απόλυτη ανυπαρξία.
Άντε, 'γεια μας, γείτονα παλικαρά μας,
παλιά ντρεπόσουν και δεν έτρεμες μπροστά μας.
τώρα το φίδι σου ‘κλεψε τη ζεστασιά
- τέλος κακό, καλά κρασιά.

7 Κακιά στιγμή (lesson version)
Lyrics

Μες την ζωή δρόμοι ανοίγονται σωρό
κι όποιον γουστάρεις τον τραβάς κι όπου σε βγάλει.
Μα είναι κι ένα μονοπάτι πονηρό
που πάει ντουγρού στην κατηφόρα την μεγάλη.

he was told he would make it, papou don't see the end
they told him to take a ticket
say a goodbye to friends
he kissed his mama sweetness
before he left for egypt
his mamma my papa's papa's papa's mama
it's deep shit…

so deep I hardly speak it.
a little fear in pockets, a little silver locket
a lot of tears up in them sockets

those diamonds from the eye
aligning stars upon the night
and frightened by the lonely light
that's shining through the smoked horizon

Alexandria was only just the first stop
from Egypt came a month at sea sent like mail to a postbox
like a letter with no envelope just enveloped by the rain
the tears of ink drain
replaced the canvas on the frame.

they landed on the island
no welcome note or hug
the sky as grey as Melbourne
the earth as red as blood

metanastes on the ocean
bags packed for the night
a night turned into life
I return to make it right.

I throw my luck upon the ground so that she can feel the earth
I give her thorns to wear -it hurts, so we remember birth
I wrap her body up in flames - just to drop her in the sea
luck and me
we argue over memories.

They walked from village morning
for days to get to boat
they left from olive trees,
in puffs of shisha smoke

the place from which they came
dangerous because of snakes
until they brought the deer
and they became the symbol of the state.

Italians colonised,
and the Turks they'd been there too
crusaders build cities on cities of the ancient few..

and so when my people would left
never to return
they sing them songs of magnets
that pull them on the search…

and so my greatest great
'lucky country' cutting trees
man to man
like he was slicing nationalities.

in a country of animals he had never seen
the snakes found him and pulled my Bapou to his knees…

Θα της τυλίξω με φλόγες όλο το κορμί,
για να ’μαι μόνος ξανά στην κακιά την στιγμή.

Θα την πετάξω στο χώμα να νοιώσει την γη,
θα της φορέσω αγκάθια πάνω στην πληγή,
θα της τυλίξω με φλόγες όλο το κορμί,
για να ’μαι μόνος ξανά στην κακιά την στιγμή.

8 Απόψε / επίτρεψέ μου να χαρώ
Lyrics

Στο βάλτο αυτό κανείς δεν θα μας κυκλώσει…

Απόψε το τραγούδι μου, είναι για τους σκορπισμένους.
Ύμνος στους ηττημένους
που δεν θα ξαναδώ.
Απόψε, με τους στίχους μου τους παραστρατημένους
φόβους μου ξεχασμένους
κάλεσα να ’ναι εδώ.

Κι ήρθαν εκείνες οι φωνές οι απαγορευμένες,
βραχνές και θεριεμένες,
μα δεν ανακαλώ.
Και ζωντανέψαν οι μορφές οι λαοσπιλωμένες,
αρχές μου ξοδεμένες
γι’ αυτό σας προκαλώ.

Τώρα που έπαψα να βλέπω μέσα απ’ τα μάτια των νεκρών,
τους στυλοβάτες των καιρών
θα γούσταρα αντικρυστά.
Απορημένους να τους δω, έτσι, λόγω των ημερών,
συμμόρφωση των τυχερών,
το τέλος να σ’ αποζητά.

Βοτανισμένη λευτεριά που μάς αποστερεί τη γνώση,
κλήθηκε πρώτα να προδώσει
για να καλύψει τον εχθρό.
Κανείς, ρε, Λάμπρο δε μπορεί στο βάλτο αυτό να μας κυκλώσει.
Μα δε μπορεί και να μας σώσει.
Επέτρεψέ μου να χαρώ.

Σήμερα όλη μέρα, γυρνάει στο κεφάλι μου,
του κυρ-Κώστα του Βάρναλη ο στίχος που λέει:
«απ’ τα τσακάλια δε γλυτώνεις
με ευχές και παρακάλια».

Α το πρωί, δυναμώνει η ζάλη μου
και μέσα μου η ελπίδα για το αύριο σιγοκλαίει.
Σ’ αυτά τα χάλια τα λόγια μου λιωμένα κεριά
στα μανουάλια.

Απόψε βουβαμάρα, στην αλεποφωλιά μου.
Τ’ αλλαξομήνια με βρήκανε στο τίποτα γυρτό.
Τώρα ο αλήτης στα μισοβούνια
έγινε ακρολοφίτης.

Απόψε που με τρώει η αλλοκοτιά μου,
ψάχνω ένα αλήτεμα παλιό να μου δείξει το σωστό,
όμως μαζί της με σέρνει η οργή.
Είμαι παιδί της.

Απόψε ό,τι και να μου χρεώσουν νίκη,
ξέρω πως έχασα για πάντα της ψυχής το αλάφρωμα
και θα ζω με το βάρος,
να σε τελειώσω άσχημα. Βρήκα το θάρρος.

Απόψε σ’ αυτό το αλλόπαρμα έχω ό,τι μου ανήκει,
γι’ αυτό δε γουστάρω να ισιώσω μέσα μου το στράβωμα.
Σβηστός ο φάρος,
στα γκρεμνά ξεβγάζεται ο χάρος.

Απόψε κοίτα μονάχα μακριά και γαλήνεψε,
κανείς δε θα πάει στο βρόντο στοχασμός σου.
Ίσως να βρούμε λυτρωμό
μέσα σε τούτο το χαμό.

Απόψε ξορκίζει ο θάνατος τα λόγια και σε γύρεψε.
Σου ’πε πως πέτυχε να κλαίει και το θεό σου.
Μην περιμένεις ερχομό.
Απόψε μίσος σε τιμώ.

Απόψε λέρωσα τα χέρια μου μ’ αίμα.
Φωνάξτε σ’ όλους λευτεριά.
Απόψε εγώ έγινα το ψέμα,
γονάτισα το φόβο απλά με μια χεριά.
Απόψε σύρθηκα ακοίμιστος,
με την εξουσία βρέθηκα ακουμπιστά.
Απόψε, καμάρωσε με, είμαι αλύγιστος
κι ο φταίχτης έχει τα μάτια του κλειστά.

Απόψε δυστυχώς, έγινα άνθρωπος.
Απόψε επέτρεψέ μου να χαρώ.

9 Βάλσαμο και δαιμοναριά
Lyrics

Του πηγαδιού μου ο τενεκές,
στα χέρια μου έσπασε προχτές
και το σκοινί
μου βάζει ιδέες.

Και σε μια γλάστρα ο μενεξές,
μυροβολάει κι αυτός φωτιές,
άσπρο πανί
για τις φοβέρες.

Ένα βαλσάκι του Αττίκ,
μια μινιατούρα από τικ,
της μνήμης μου οι σπαραγμοί
νυχτοπαλεύουν.

Σ’ ένα τραπέζι από οξιά
με μια παλιά μου αλλαξιά
γίνονται πάλι πειρασμοί
και με γυρεύουν.

Κι είναι κι αυτή η καλοκαιριά,
να ’χα καβάτζα ένα βοριά,
τώρα που έχω αθυμιά
να την κεράσω.

Σαράντα πέντε τα κεριά,
άντε και σε καλή μεριά,
οι πόνοι όλοι παραστιά,
πως να γεράσω;

Θα ‘θελα απόψε με το ζόρι,
Μαστρο-Σωτήρη και κυρ-Γρηγόρη,
αυτή η αυλή
να μας χωρέσει.

Και να πειράζω την κυρά Ρίτα,
στην πιο μεγάλη μου τη νύχτα,
όπως γουστάρω
κι ό,τι μ’ αρέσει.

Τι θέλεις κι ονειρεύεσαι;
Σε τρώει να παιδεύεσαι,
φύσα μαλάκα
τα κεριά.

Όταν χαιρόμουν έβριζα,
πάντα έτσι την έβγαζα,
βάλσαμο
και δαιμοναριά.

10 Μην αργείς
Lyrics

Σ’ αυτά τα ξεχασμένα λόγια
κάνε τον κόπο να κρυφτείς
κι όταν νεκρώσουν τα ρολόγια,
θα σε βοηθήσουν να μας βρεις.
Γι’ αυτό σου λέω μην αργείς…
Γι’ αυτά τα δακρυσμένα μάτια
κάνε τον κόπο να σκεφτείς,
του ίδιου ήλιου είναι κομμάτια,
μπορείς και να τα μοιραστείς,
μήπως και τ’ αύριο ονειρευτείς.
Μ’ αυτά τα ματωμένα χέρια
αν θες μπορείς να σκεπαστείς.
Όμως να ξέρεις πως τ’ αστέρια
σου τάξανε να γητευτείς.
Γι’ αυτό σου λέω μην αργείς…